barnstorm$551673$ - ορισμός. Τι είναι το barnstorm$551673$
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι barnstorm$551673$ - ορισμός

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Barnstorming (disambiguation); Barnstorm; Barnstormers; Barnstormer (disambiguation); Barnstorm (disambiguation)

Barnstorm (band)         
U.S. ROCK SUPERGROUP
Barnstorm (group)
Barnstorm was the power trio created by Joe Walsh in Colorado after he left the James Gang. The original members of the group were Walsh (guitars, keyboards), Joe Vitale (drums, flute, keyboards) and Kenny Passarelli (bass).
Barnstorming (sports)         
SPORTS TEAM THAT TRAVELS BETWEEN CITIES OUTSIDE OF THE CONTEXT OF AN ESTABLISHED LEAGUE TO STAGE EXHIBITION MATCHES
Barnstorm (athletics); Barnstorm (sport); Barnstorm (sports)
In athletics terminology, barnstorming refers to sports teams or individual athletes that travel to various locations, usually small towns, to stage exhibition matches. Barnstorming teams differ from traveling teams in that they operate outside the framework of an established athletic league, while traveling teams are designated by a league, formally or informally, to be a designated visiting team.
barnstorm         
¦ verb chiefly N. Amer.
1. tour rural districts giving theatrical performances, formerly often in barns.
travel around giving exhibitions of flying and performing aeronautical stunts.
2. make a rapid tour as part of a political campaign.
Derivatives
barnstormer noun

Βικιπαίδεια

Barnstormer

Barnstormer, Barnstorm or Barnstorming may refer to: